Ἀθεϊσμός – Ἡ περίπτωση τοῦ Κριτία

Ὁ Κριτίας ἤταν πλούσιος ἀριστοκράτης, ποὺ δεν καταδεχόταν νὰ εἶναι ἐπαγγελματίας Σοφιστής, συμφωνοῦσε ὅμως μὲ τὴν πνευματικὴ ἀντιλήψη ποὺ ἔγινε γνωστὴ ὠς σοφιστική. Στο ἔργο τοῦ Σίσυφος παρέστησε τὴ θρησκευτική πίστη ὠς σκοπίμη ἀπάτη, ποὺ γίνεται ἀπὸ κυβερνήσεις γιὰ νὰ ἐξασφαλίσουν ἔναν ἀπόλυτο καὶ γενικὸ κανόνα για τὴν καλὴ συμπεριφορὰ τῶν ὑπηκόων τους. Μολονότι ὁ Κριτίας βάζει τὰ λόγια αὐτὰ στὸ στόμα τοῦ ἴδιου τοῦ Σίσυφου, τοῦ πασίγνωστου ἁμαρτωλοῦ ποὺ χωρὶς ἀμφιβολία θὰ δέχτηκε τὴ γνωστὴ σὲ ὅλους τιμωρία στὸ τέλος τοῦ ἔργου, πρόκειται για μία ἀρκετὰ φανερὴ ἐπινόηση τοῦ ἴδιου τοῦ συγγραφέα, γιὰ νὰ διαδώσει μία ἀθεϊστικὴ ἄποψη χωρὶς νὰ προσβάλλει τὸ δημόσιο αἴσθημα. Ἀρχίζει μὲ μία σύντομη ἔκθεση γιὰ τὴν πρόοδο τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς ἀπὸ τὴν ἄνομη βαρβαρότητα στήν εἰσαγωγὴ τῶν νόμων, τῆς τιμωρίας καὶ τὴ δικαιοσύνης. Ἀπὸ ἄλλες πηγὲς γνωρίζουμε ὅτι αὐτὴ ἤταν μία διαδεδομένη ἄποψή που ὑποστηριζόταν σοβαρά. Συνεχίζει ὠς ἑξῆς:

Ἔπειτα, ἐπειδὴ οἱ νόμοι τοὺς ἐμπόδιζαν  να κάνουν φανερὰ βίαιες πράξεις, ἀλλὰ αὐτοὶ συνέχιζαν νὰ τὶς κανοῦν κρυφά, πιστεύω ὅτι κάποιος ἄνθρωπος εὐφυὴς καὶ σοφὸς ἐπινόησε γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τὸ φόβο τῶν θεῶν, γιὰ νὰ ὑπάρχει κάτι νὰ φοβίζει τοὺς κακούς, κι ἂν ἀκόμη κάνουν, λένε ἤ σκέφτονται κάτι κρυφά. Μὲ αὐτὸ τὸ κίνητρο εἰσήγαγε τὴν ἔννοια τῆς θεότητας. Ὑπάρχει, εἶπε, ἕνα πνεῦμα μὲ αἰώνια ζωή, ποὺ ἀκούει καὶ βλέπει μὲ τὸ νοῦ, ποῦ εἶναι ὑπερβολικὰ σοφὸ καὶ τὰ παρατηρεὶ ὅλα, καὶ εἶναι φορέας θεϊκὴς φύσης. Θὰ ἀκούει καθετί που λέγεται ἀνάμεσα στους ἀνθρώπους καὶ θὰ μπορεὶ να δεῖ ὅλα ὅσα πράττονται. Ἐὰν κανεὶς σχεδιάζει σιωπηλὰ κάτι κακό, δὲ θὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴν προσοχὴ τῶν θεῶν. Τόσο ἔξυπνοι εἶναι. Λέγοντας αὐτοὺς τοὺς λόγους παρουσίασε τὸ πιὸ γοητευτικὸ δίδαγμα, καλύπτοντας τὴν ἀλήθεια μὲ ψέματα. Ἔλεγε ὅτι οἱ θεοὶ κατοικοῦν σὲ τόπο που ἡ μνεία του θὰ ἔκανε μεγαλύτερη ἐντύπωση στους ἀνθρώπους. Άπὸ ἐκεῖ, ὄπως τὸ γνώριζε, ἔρχονται οἱ φόβοι στοὺς θνητοὺς καὶ ἡ  βοήθεια στὴ δυστυχισμένη ζωὴ τους, δηλαδὴ ἀπὸ τὸν οὐράνιο θόλο – ἀπὸ ὅπου εἶδε ὅτι ἔρχονται οἱ ἀστραπὲς καὶ οἱ φοβεροὶ κρότοι τῆς βροντῆς – τὸ ἔναστρο σῶμα τοῦ οὐρανού, αὐτὸ τὸ ὡραῖο στολίδι που ἐφτιαξε ὁ σοφὸς τεχνίτης χρόνος. Καὶ ἀπὸ ὅπου ἔρχεται ὁ πυρωμένος μετεωρίτης καὶ ἡ ὑγρὴ βροχὴ πέφτει στὴ γῆ. Μὲ τέτοιους φόβους περιέβαλε τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔτσι μὲ τὴν ἱστορία του ἔδωσε στὴ θεότητα ὡραία κατοικία καὶ κατάλληλο τόπο, καὶ ἔσβησε τὴν ἀνομία ἀπὸ τοὺς νόμους του. Ἔτσι νομίζω ὅτι κάποιος γιὰ πρώτη φορὰ ἔπεισε τοὺς ἀνθρώπους νὰ πιστέψουν ὅτι ὑπάρχει τὸ γένος τῶν θεῶν.

Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ἐμφάνιση τῆς θεωρίας ὅτι ἡ θρησκεία εἶναι πολιτικὴ ἐπινόηση για να ἐξασφαλιστεὶ καλὴ συμπεριφορά, μία θεωρία που ἀναπτύχθηκε μὲ λεπτομέρειες ἀπὸ τὸν Πολύβιο στὴ Ῥώμη καὶ ἀναβίωσε στὴ Γερμανία τοῦ 18ου  αἰῶνα. Δεν ὑπάρχει ἄλλη μνεία της αὐτὴ τὴν ἐποχή, καὶ ἔτσι μπορεὶ κάλλιστα νὰ ἤταν ἐξίσου πρωτότυπη καὶ τολμηρή, καὶ μεγαλοφυὴς στὸν τρόπο που ὑπάγει κάτω ἀπὸ μία γενικότερη θεωρία τὴ διδασκαλία τόσο τοῦ Δημοκρίτου ὄσο καὶ τοῦ Προδίκου ὅτι ἡ πιστὴ στους θεοὺς ἤταν προϊὸν εἴτε φόβου, εἴτε τῆς εὐγνωμοσύνης που γεννοὺν ὁρισμένα φυσικὰ φαινόμενα. Ταυτόχρονα ἡ θεωρία ἀντιστρέφει τὴν αὐξανόμενη κριτικὴ τῶν θεῶν για λόγους ἠθικῆς, ἐπιμένοντας ὅτι ἂν ὑπήρχαν, ἣ ἂν ἄξιζε να λέγονται θεοί, θὰ ἔπρεπε να εἶναι φύλακες τοῦ παραδεδεγμένου ἠθικοῦ κώδικα. Ἡ ἀνάγκη για μία ὑπερφυσικὴ ἐπικύρωση τῆς ἠθικῆς συμπεριφορᾶς, λέει ὁ Κριτίας, ἤταν αὐτό που ἔκανε τοὺς θεοὺς να ἔρθουν στὸ προσκήνιο.

W.K.C Guthrie. Οι Σοφιστές, ΜΙΕΤ 1989

Καταχωρίσθηκε στὴν κατηγορία Ιστορία. Φυλάξτε τὸν μόνιμο σύνδεσμο στὰ ἀγαπημένα σας.

Σχολιάστε